μαίανδρος: Difference between revisions

From LSJ

Ἱκανὸν τὸ νικᾶν ἐστι τοῖς ἐλευθέροις → Vicisse satis est inter liberos tibi → Den Freigesinnten reicht zu siegen durchaus hin

Menander, Monostichoi, 262
(13_2)
 
(23)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0081.png Seite 81]] ὁ, s. nom. pr.; bei Späteren übertr. von jeder Krümmung, von einem vielfach geschlängelten Wege, von Verzierungen auf Kunstdenkmälern.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0081.png Seite 81]] ὁ, s. nom. pr.; bei Späteren übertr. von jeder Krümmung, von einem vielfach geschlängelten Wege, von Verzierungen auf Kunstdenkmälern.
}}
{{grml
|mltxt=ο (Α [[μαίανδρος]]) [[Μαίανδρος]]<br /><b>1.</b> [[ελιγμός]] [[παρόμοιος]] με τον ρου του ομώνυμου ποταμού<br /><b>2.</b> γεωμετρικό διακοσμητικό [[σχέδιο]] που αποτελείται από ορθές γωνίες που συνελίσσονται<br /><b>3.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>ο [[Μαίανδρος]]<br />[[ποταμός]] της Καρίας, [[ονομαστός]] για τον οφιοειδή δρόμο του.
}}
}}

Revision as of 06:43, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 81] ὁ, s. nom. pr.; bei Späteren übertr. von jeder Krümmung, von einem vielfach geschlängelten Wege, von Verzierungen auf Kunstdenkmälern.

Greek Monolingual

ο (Α μαίανδρος) Μαίανδρος
1. ελιγμός παρόμοιος με τον ρου του ομώνυμου ποταμού
2. γεωμετρικό διακοσμητικό σχέδιο που αποτελείται από ορθές γωνίες που συνελίσσονται
3. ως κύριο όν. ο Μαίανδρος
ποταμός της Καρίας, ονομαστός για τον οφιοειδή δρόμο του.