ἀντιχαίρω: Difference between revisions
ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν → Tragedy is, then, a representation of an action that is heroic and complete and of a certain magnitude—by means of language enriched with all kinds of ornament, each used separately in the different parts of the play: it represents men in action and does not use narrative, and through pity and fear it effects relief to these and similar emotions.
(big3_5) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=en v. med.-pas. [[alegrar en compensación]] Νίκα ... ἀντιχαρεῖσα Θήβᾳ S.<i>Ant</i>.149. | |dgtxt=en v. med.-pas. [[alegrar en compensación]] Νίκα ... ἀντιχαρεῖσα Θήβᾳ S.<i>Ant</i>.149. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=(Α [[ἀντιχαίρω]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><i>αντιχαίρετε</i><br />[[απάντηση]] στον χαιρετισμό <i>χαίρετε</i><br /><b>αρχ.</b><br />[[χαίρομαι]] και εγώ, [[συμμερίζομαι]] τη [[χαρά]] κάποιου. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:55, 29 September 2017
English (LSJ)
A rejoice in turn or answer, Νίκα ἀντιχαρεῖσα Θήβᾳ S.Ant. 149.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιχαίρω: χαίρω καὶ αὐτός ὁμοίως, συμμερίζομαι τὴν χαράν τινος, Νίκα ... ἀντιχαρεῖσα Θήβᾳ (κατὰ τὸν Blaydes, ἄρτι χαρεῖσα˙Ϗ ὁ δὲ Schmidt γράφει ἄρτι φανεῖσα) Σοφ. Ἀντ. 149˙ περὶ τοῦ τύπου ἴδε τὸ ἁπλοῦν ῥῆμα χαίρω.
French (Bailly abrégé)
part. ao. Pass. fém. ἀντιχαρεῖσα;
payer de retour l’amour de.
Étymologie: ἀντί, χαίρω.
Spanish (DGE)
en v. med.-pas. alegrar en compensación Νίκα ... ἀντιχαρεῖσα Θήβᾳ S.Ant.149.
Greek Monolingual
(Α ἀντιχαίρω)
νεοελλ.
αντιχαίρετε
απάντηση στον χαιρετισμό χαίρετε
αρχ.
χαίρομαι και εγώ, συμμερίζομαι τη χαρά κάποιου.