ἕδρασμα: Difference between revisions
Καλὸν φέρουσι καρπὸν οἱ σεμνοὶ τρόποι → Mores decori frugis est pulchrae seges → Ein ehrbarer Charakter bringt willkommne Frucht
(big3_13) |
(10) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[morada]], [[sede]] ξεστὸν ὄχθον Δαναϊδῶν ἑδρασμάτων E.<i>Fr</i>.305, cf. Sch.Pi.<i>O</i>.2.12a, S.<i>El</i>.1393P.<br /><b class="num">2</b> [[soporte]], [[fundamento]], [[base]] τὴν γῆν ἑδράσμασιν αἰωνίοις στηρίσας <i>PMag</i>.4.1153, cf. Hsch.s.u. [[ἕδος]]<br /><b class="num">•</b>fig. ἡ πίστις ἕ. ἀγάπης Clem.Al.<i>Strom</i>.2.6.30, δικαιοσύνης <i>Corp.Herm</i>.13.9, στυγνοῦ σκότους ἕ. (Cerbero) fundamento de las tinieblas tenebrosas</i>, <i>Suppl.Mag</i>.42.1, ῥήτορσι ... περιβλέπτοισιν ἕ. <i>IGLS</i> 9437 (V d.C.), (Χριστός) τῶν δὲ ψυχῶν ἡμῶν [[βακτηρία]] καὶ ἕ. Mac.Aeg.<i>Hom</i>.47.16.<br /><b class="num">II</b> n. del [[ocho]] entre los pitagóricos <i>Theol.Ar</i>.55. | |dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[morada]], [[sede]] ξεστὸν ὄχθον Δαναϊδῶν ἑδρασμάτων E.<i>Fr</i>.305, cf. Sch.Pi.<i>O</i>.2.12a, S.<i>El</i>.1393P.<br /><b class="num">2</b> [[soporte]], [[fundamento]], [[base]] τὴν γῆν ἑδράσμασιν αἰωνίοις στηρίσας <i>PMag</i>.4.1153, cf. Hsch.s.u. [[ἕδος]]<br /><b class="num">•</b>fig. ἡ πίστις ἕ. ἀγάπης Clem.Al.<i>Strom</i>.2.6.30, δικαιοσύνης <i>Corp.Herm</i>.13.9, στυγνοῦ σκότους ἕ. (Cerbero) fundamento de las tinieblas tenebrosas</i>, <i>Suppl.Mag</i>.42.1, ῥήτορσι ... περιβλέπτοισιν ἕ. <i>IGLS</i> 9437 (V d.C.), (Χριστός) τῶν δὲ ψυχῶν ἡμῶν [[βακτηρία]] καὶ ἕ. Mac.Aeg.<i>Hom</i>.47.16.<br /><b class="num">II</b> n. del [[ocho]] entre los pitagóricos <i>Theol.Ar</i>.55. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἕδρασμα]], το (AM)<br /><b>1.</b> [[έδρα]]<br /><b>2.</b> ([[κατά]] τους Πυθαγόρειους) ο [[αριθμός]] [[οκτώ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για παρεκτεταμένο (σε -<i>ασμα</i>) τ. της λ. [[έδρα]] [[κατά]] τα [[είκασμα]], [[στέγασμα]] κ.ά.]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:06, 29 September 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A = ἕδρα, E.Fr.305, Ph.1.336, PMag.Par.1.1153 (pl.). II Pythag. name for eight, Theol.Ar.55.
German (Pape)
[Seite 717] τό, die Stütze, Eur. frg. bei Schol. Or. 871 u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἕδρασμα: τό, = ἕδρα, Εὐρ. Ἀποσπ. 307, Φίλων 1. 336.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
I 1morada, sede ξεστὸν ὄχθον Δαναϊδῶν ἑδρασμάτων E.Fr.305, cf. Sch.Pi.O.2.12a, S.El.1393P.
2 soporte, fundamento, base τὴν γῆν ἑδράσμασιν αἰωνίοις στηρίσας PMag.4.1153, cf. Hsch.s.u. ἕδος
•fig. ἡ πίστις ἕ. ἀγάπης Clem.Al.Strom.2.6.30, δικαιοσύνης Corp.Herm.13.9, στυγνοῦ σκότους ἕ. (Cerbero) fundamento de las tinieblas tenebrosas, Suppl.Mag.42.1, ῥήτορσι ... περιβλέπτοισιν ἕ. IGLS 9437 (V d.C.), (Χριστός) τῶν δὲ ψυχῶν ἡμῶν βακτηρία καὶ ἕ. Mac.Aeg.Hom.47.16.
II n. del ocho entre los pitagóricos Theol.Ar.55.
Greek Monolingual
ἕδρασμα, το (AM)
1. έδρα
2. (κατά τους Πυθαγόρειους) ο αριθμός οκτώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για παρεκτεταμένο (σε -ασμα) τ. της λ. έδρα κατά τα είκασμα, στέγασμα κ.ά.].