ἐξονειρωγμός: Difference between revisions

From LSJ

εἰργόμενον θανάτου καὶ τοῦ ἀνάπηρον ποιῆσαι → excluding death and maiming, short of death or maiming

Source
(6_14)
(12)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐξονειρωγμός''': ὁ, = [[ὀνειρωγμός]], Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 10. 6. 5, Προβλ. 4. 5.
|lstext='''ἐξονειρωγμός''': ὁ, = [[ὀνειρωγμός]], Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 10. 6. 5, Προβλ. 4. 5.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐξονειρωγμός]], ο (Α) [[εξονειρώσσω]]<br />[[ονείρωξη]], ακούσια [[εκσπερμάτωση]] [[κατά]] τον ύπνο.
}}
}}

Revision as of 07:10, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξονειρωγμός Medium diacritics: ἐξονειρωγμός Low diacritics: εξονειρωγμός Capitals: ΕΞΟΝΕΙΡΩΓΜΟΣ
Transliteration A: exoneirōgmós Transliteration B: exoneirōgmos Transliteration C: eksoneirogmos Beta Code: e)coneirwgmo/s

English (LSJ)

ὁ,

   A = ὀνειρωγμός, Arist.Pr. 877a9 (pl.), Thphr.Lass.16.

German (Pape)

[Seite 886] ὁ, das Ausfließen des Samens im Schlafe, Arist. H. A. 10, 6 u. öfter.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξονειρωγμός: ὁ, = ὀνειρωγμός, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 10. 6. 5, Προβλ. 4. 5.

Greek Monolingual

ἐξονειρωγμός, ο (Α) εξονειρώσσω
ονείρωξη, ακούσια εκσπερμάτωση κατά τον ύπνο.