εὐτρεπισμός: Difference between revisions
From LSJ
μὴ περιρέμβου ζητοῦσα θεόν → do not roam about looking for god
(6_14) |
(15) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εὐτρεπισμός''': ὁ, «[[ἑτοιμασία]]» Σουΐδ. | |lstext='''εὐτρεπισμός''': ὁ, «[[ἑτοιμασία]]» Σουΐδ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ο (Μ [[εὐτρεπισμός]]) [[ευτρεπίζω]]<br />[[τακτοποίηση]], [[συγύρισμα]]<br /><b>μσν.</b><br />[[προπαρασκευή]], [[προετοιμασία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:15, 29 September 2017
English (LSJ)
ὁ,
A preparation, Simp.in Ph.793.7, Suid.
Greek (Liddell-Scott)
εὐτρεπισμός: ὁ, «ἑτοιμασία» Σουΐδ.
Greek Monolingual
-ο (Μ εὐτρεπισμός) ευτρεπίζω
τακτοποίηση, συγύρισμα
μσν.
προπαρασκευή, προετοιμασία.