ήπατος: Difference between revisions

From LSJ

αἴθ' ἔγω, χρυσοστέφαν' Ἀφρόδιτα, τόνδε τὸν πάλον λαχοίην (Sappho, fr. 33 L-P) → Oh gold-crowned Aphrodite, if only this winning lot could fall to me

Source
(16)
(No difference)

Revision as of 07:17, 29 September 2017

Greek Monolingual

ἥπατος, ό (Α)
ονομασία ψαριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Πιθ. προέρχεται από το ήπαρ
έχει διατυπωθεί και η υπόθεση ότι η λ. είναι αιγυπτιακής προέλευσης].