κηρουργία: Difference between revisions

From LSJ

Πᾶσιν γὰρ εὖ φρονοῦσι συμμαχεῖ τύχη → Sapientibus Fortuna se fert opiferam → Mit allen, die klug denken, steht das Glück im Bund

Menander, Monostichoi, 462
(6_10)
 
(20)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''κηρουργία''': ἡ, ἡ παρασκευὴ ἤ κατασκευὴ κηροῦ, Ἐφραὶμ σ. 562C.
|lstext='''κηρουργία''': ἡ, ἡ παρασκευὴ ἤ κατασκευὴ κηροῦ, Ἐφραὶμ σ. 562C.
}}
{{grml
|mltxt=[[κηρουργία]], ἡ (Α)<br />η [[παρασκευή]] ή [[παραγωγή]] κεριού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κηρο</i>-<i>εργία</i> με [[συναίρεση]] <span style="color: red;"><</span> [[κηρός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>εργία</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>εργός</i> <span style="color: red;"><</span> [[ἔργον]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ελαι</i>-<i>ουργία</i>, <i>υαλ</i>-<i>ουργία</i>].
}}
}}

Revision as of 07:23, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

κηρουργία: ἡ, ἡ παρασκευὴ ἤ κατασκευὴ κηροῦ, Ἐφραὶμ σ. 562C.

Greek Monolingual

κηρουργία, ἡ (Α)
η παρασκευή ή παραγωγή κεριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κηρο-εργία με συναίρεση < κηρός + -εργία < -εργός < ἔργον), πρβλ. ελαι-ουργία, υαλ-ουργία].