κομιστή: Difference between revisions

From LSJ

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336
(6_9)
(21)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κομιστή''': ἡ, = κομιδὴ Ι, Ἡσύχ.· πρβλ. Λοβ. Παραλ. 351.
|lstext='''κομιστή''': ἡ, = κομιδὴ Ι, Ἡσύχ.· πρβλ. Λοβ. Παραλ. 351.
}}
{{grml
|mltxt=[[κομιστή]], ἡ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> [[κομιδή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κομιστός]], ρηματ. επίθ. του [[κομίζω]].
}}
}}

Revision as of 07:24, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κομιστή Medium diacritics: κομιστή Low diacritics: κομιστή Capitals: ΚΟΜΙΣΤΗ
Transliteration A: komistḗ Transliteration B: komistē Transliteration C: komisti Beta Code: komisth/

English (LSJ)

ἡ,

   A = κομιδή 1, Hsch.

German (Pape)

[Seite 1478] ἡ, = κομιδή, Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

κομιστή: ἡ, = κομιδὴ Ι, Ἡσύχ.· πρβλ. Λοβ. Παραλ. 351.

Greek Monolingual

κομιστή, ἡ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) κομιδή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κομιστός, ρηματ. επίθ. του κομίζω.