λιθωδία: Difference between revisions

From LSJ

ὕδωρ δὲ πίνων οὐδὲν ἂν τέκοι σοφόν → by drinking water you would never create anything great

Source
(6_9)
(23)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''λῐθωδία''': ἡ, [[σκληρότης]] ὡς ἡ τοῦ λίθου, Εὐστ. 24. 7.
|lstext='''λῐθωδία''': ἡ, [[σκληρότης]] ὡς ἡ τοῦ λίθου, Εὐστ. 24. 7.
}}
{{grml
|mltxt=[[λιθωδία]], ἡ (Α) [[λιθώδης]]<br />[[σκληρότητα]] όμοια με της πέτρας.
}}
}}

Revision as of 07:33, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λῐθωδία Medium diacritics: λιθωδία Low diacritics: λιθωδία Capitals: ΛΙΘΩΔΙΑ
Transliteration A: lithōdía Transliteration B: lithōdia Transliteration C: lithodia Beta Code: liqwdi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A stone-like hardness, Eust.24.7.

German (Pape)

[Seite 46] ἡ, Steinhärte, Eust. 24, 7.

Greek (Liddell-Scott)

λῐθωδία: ἡ, σκληρότης ὡς ἡ τοῦ λίθου, Εὐστ. 24. 7.

Greek Monolingual

λιθωδία, ἡ (Α) λιθώδης
σκληρότητα όμοια με της πέτρας.