Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

λυχνῖτις: Difference between revisions

From LSJ

Πονηρὸν ἄνδρα μηδέποτε ποιοῦ φίλον (μηδέπω κτήσῃ φίλον) → Tibi numquam amicum facito moratum male → Nimm niemals einen schlechten Mann zum Freunde dir

Menander, Monostichoi, 453
(6_12)
(23)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''λυχνῖτις''': ῐδος, ἡ, [[φυτόν]] τι, τοῦ ὁποίου τὰ φύλλα ἐχρησίμευον ὡς θρυαλλίδες τῶν λύχνων, Πλίν. 25, 74· φλομὶς λ. ἐν Διοσκ. 4. 104.
|lstext='''λυχνῖτις''': ῐδος, ἡ, [[φυτόν]] τι, τοῦ ὁποίου τὰ φύλλα ἐχρησίμευον ὡς θρυαλλίδες τῶν λύχνων, Πλίν. 25, 74· φλομὶς λ. ἐν Διοσκ. 4. 104.
}}
{{grml
|mltxt=λυχνῑτις, -ιδος, ἡ (Α)<br /><b>1.</b> το [[φυτό]] [[βαλλωτή]]<br /><b>2.</b> το [[φυτό]] [[φλομίς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λύχνος]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ῖτις</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>λιμεν</i>-<i>ίτις</i>, <i>τοξ</i>-<i>ίτις</i>)].
}}
}}

Revision as of 07:34, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λυχνῖτις Medium diacritics: λυχνῖτις Low diacritics: λυχνίτις Capitals: ΛΥΧΝΙΤΙΣ
Transliteration A: lychnîtis Transliteration B: lychnitis Transliteration C: lychnitis Beta Code: luxni=tis

English (LSJ)

ιδος, ἡ,

   A candlewick, Verbascum mallophorum, the leaves of which served as lampwicks, Plin.HN25.121, BGU485.10 (ii A. D.); = φλομίς, Dsc.4.103.

Greek (Liddell-Scott)

λυχνῖτις: ῐδος, ἡ, φυτόν τι, τοῦ ὁποίου τὰ φύλλα ἐχρησίμευον ὡς θρυαλλίδες τῶν λύχνων, Πλίν. 25, 74· φλομὶς λ. ἐν Διοσκ. 4. 104.

Greek Monolingual

λυχνῑτις, -ιδος, ἡ (Α)
1. το φυτό βαλλωτή
2. το φυτό φλομίς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λύχνος + επίθημα -ῖτις (πρβλ. λιμεν-ίτις, τοξ-ίτις)].