μᾶλις: Difference between revisions
From LSJ
ἀναρχία γάρ ἐστιν ἡ πλεισταρχία → the rule of the widest sway of opinion is the same as no rule at all (Gregory Nazianzenus, De vita sua 1744)
(6_12) |
(24) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μᾶλις''': -ιος, ἡ, [[νόσος]] τις τῶν ἵππων καὶ ὄνων, [[εἶδος]] κατάρρου, τῶν μυκτήρων· - [[ὡσαύτως]] μᾱλιασμός, Λατ. malleus, Ἱππιατρ., Σουΐδ.· μαλίη, παρ’ Ἡσύχ. | |lstext='''μᾶλις''': -ιος, ἡ, [[νόσος]] τις τῶν ἵππων καὶ ὄνων, [[εἶδος]] κατάρρου, τῶν μυκτήρων· - [[ὡσαύτως]] μᾱλιασμός, Λατ. malleus, Ἱππιατρ., Σουΐδ.· μαλίη, παρ’ Ἡσύχ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μαλίς]], ἡ (Μ)<br />δωρ. τ.) <b>βλ.</b> [[μηλίς]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:35, 29 September 2017
German (Pape)
[Seite 90] ιος, ἡ, auch μῆλις, eine Krankheit der Pferde u. Esel, der Rotz, Suid. u. a. Sp. Bei den Lateinern malleus, Veget.
Greek (Liddell-Scott)
μᾶλις: -ιος, ἡ, νόσος τις τῶν ἵππων καὶ ὄνων, εἶδος κατάρρου, τῶν μυκτήρων· - ὡσαύτως μᾱλιασμός, Λατ. malleus, Ἱππιατρ., Σουΐδ.· μαλίη, παρ’ Ἡσύχ.