μελανοκόμης: Difference between revisions
From LSJ
λόγῳ ἀναλίσκω τὸν χρόνον τῆς ἡμέρας → waste the day in idle talk, consume the duration of the day with talk
(6_19) |
(24) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μελᾰνοκόμης''': -ου, ὁ, ὁ ἔχων κόμην μέλαιναν, [[Πολυδ]]. Β΄, 24. | |lstext='''μελᾰνοκόμης''': -ου, ὁ, ὁ ἔχων κόμην μέλαιναν, [[Πολυδ]]. Β΄, 24. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μελανοκόμης]], ὁ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[μελαγκόμης]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:37, 29 September 2017
English (LSJ)
v. l. for μελαγκόμης in Poll.2.24.
Greek (Liddell-Scott)
μελᾰνοκόμης: -ου, ὁ, ὁ ἔχων κόμην μέλαιναν, Πολυδ. Β΄, 24.
Greek Monolingual
μελανοκόμης, ὁ (Α)
βλ. μελαγκόμης.