μελισσεύς: Difference between revisions

From LSJ

Εἷς ἐστι δοῦλος οἰκίας ὁ δεσπότης → Unus familiae servus ipse adeo est herus → Nur einen Sklaven gibt's allein im Haus, den Herrn

Menander, Monostichoi, 168
(6_8)
(24)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μελισσεύς''': -έως, ὁ, [[μελισσουργός]], [[μελισσοκόμος]], Λατ. apiarius, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 40, 37.
|lstext='''μελισσεύς''': -έως, ὁ, [[μελισσουργός]], [[μελισσοκόμος]], Λατ. apiarius, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 40, 37.
}}
{{grml
|mltxt=[[μελισσεύς]], -έως, ὁ (Α)<br />[[μελισσοκόμος]], [[μελισσουργός]] («[[διόπερ]] καὶ τούτοις οἱ μελισσεῑς ἐκ τῶν τελμάτων, ἀφ' ὧν ὑδρεύονται αἱ μέλιτται, θηρεύουσι», <b>Αριστοτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέλισσα]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>εύς</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ιππ</i>-<i>εύς</i>)].
}}
}}

Revision as of 07:37, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελισσεύς Medium diacritics: μελισσεύς Low diacritics: μελισσεύς Capitals: ΜΕΛΙΣΣΕΥΣ
Transliteration A: melisseús Transliteration B: melisseus Transliteration C: melisseys Beta Code: melisseu/s

English (LSJ)

έως, ὁ,

   A bee-keeper, Arist.HA626a10, PMasp.147.1 (vi A. D.).

German (Pape)

[Seite 124] ὁ, Bienenwärter, Bienenwirth, Arist H. A. 9, 27.

Greek (Liddell-Scott)

μελισσεύς: -έως, ὁ, μελισσουργός, μελισσοκόμος, Λατ. apiarius, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 40, 37.

Greek Monolingual

μελισσεύς, -έως, ὁ (Α)
μελισσοκόμος, μελισσουργόςδιόπερ καὶ τούτοις οἱ μελισσεῑς ἐκ τῶν τελμάτων, ἀφ' ὧν ὑδρεύονται αἱ μέλιτται, θηρεύουσι», Αριστοτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλισσα + κατάλ. -εύς (πρβλ. ιππ-εύς)].