μεταλαμπαδεύω: Difference between revisions
From LSJ
εἰς πέλαγος σπέρµα βαλεῖν καὶ γράµµατα γράψαι ἀµφότερος µόχθος τε κενὸς καὶ πρᾶξις ἄκαρπος → throwing seeds and writing letters at sea are both a vain and fruitless endeavor
(6_2) |
(24) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μεταλαμπᾰδεύω''': [[μεταβιβάζω]] ὡς λαμπάδα εἰς ἕτερον, Κλήμ. Ἀλ. 503. | |lstext='''μεταλαμπᾰδεύω''': [[μεταβιβάζω]] ὡς λαμπάδα εἰς ἕτερον, Κλήμ. Ἀλ. 503. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=(Α [[μεταλαμπαδεύω]])<br />[[μεταδίδω]] το φως της παιδείας και σε άλλους, [[μεταδίδω]] γνώσεις, [[επιστήμη]], πολιτισμό, [[διαφωτίζω]], [[εκπολιτίζω]] (α. «οι λόγιοι της διασποράς μεταλαμπάδευσαν την ελληνική [[σοφία]] στη Δύση» β. «ἐπισκευάσας τὴν ἀθανασίαν τοῡ γένους ἡμῶν καὶ οἱονεὶ διαμονήν τινα παισὶ παίδων μεταλαμπαδευομένην», Κλήμ. Αλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μετ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[λαμπαδεύω]] (<span style="color: red;"><</span> [[λαμπάς]], -[[άδος]])]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:37, 29 September 2017
Greek (Liddell-Scott)
μεταλαμπᾰδεύω: μεταβιβάζω ὡς λαμπάδα εἰς ἕτερον, Κλήμ. Ἀλ. 503.
Greek Monolingual
(Α μεταλαμπαδεύω)
μεταδίδω το φως της παιδείας και σε άλλους, μεταδίδω γνώσεις, επιστήμη, πολιτισμό, διαφωτίζω, εκπολιτίζω (α. «οι λόγιοι της διασποράς μεταλαμπάδευσαν την ελληνική σοφία στη Δύση» β. «ἐπισκευάσας τὴν ἀθανασίαν τοῡ γένους ἡμῶν καὶ οἱονεὶ διαμονήν τινα παισὶ παίδων μεταλαμπαδευομένην», Κλήμ. Αλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α)- + λαμπαδεύω (< λαμπάς, -άδος)].