νεβροχίτων: Difference between revisions

From LSJ

κοιλία καὶ πολλὰ χωρεῖ κὠλίγα → Ut multa venter accipit, sic paucula → Der Bauch fasst wenig, aber ebenso auch viel

Menander, Monostichoi, 226
(6_3)
(26)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''νεβροχίτων''': [ῐ], ὁ, ἡ, ὁ ἐνδεδυμένος νεβρῖδα, Σιμμίας παρ’ Ἡφαιστ. σ. 43.
|lstext='''νεβροχίτων''': [ῐ], ὁ, ἡ, ὁ ἐνδεδυμένος νεβρῖδα, Σιμμίας παρ’ Ἡφαιστ. σ. 43.
}}
{{grml
|mltxt=[[νεβροχίτων]], -ωνος, ὁ, ἡ (Α)<br />αυτός που φορεί [[νεβρίδα]], [[δέρμα]] νεβρού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[νεβρός]] «[[ελαφάκι]]» <span style="color: red;">+</span> [[χιτών]] (<b>πρβλ.</b> <i>λινο</i>-<i>χίτων</i>, <i>προβατο</i>-<i>χίτων</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:02, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεβροχίτων Medium diacritics: νεβροχίτων Low diacritics: νεβροχίτων Capitals: ΝΕΒΡΟΧΙΤΩΝ
Transliteration A: nebrochítōn Transliteration B: nebrochitōn Transliteration C: nevrochiton Beta Code: nebroxi/twn

English (LSJ)

[ῐ], ὁ, ἡ, gen. ωνος,

   A clad in a νεβρίς, Simm.15.

German (Pape)

[Seite 235] ωνος, mit dem Fell eines Hirschkalbes bekleidet, poet. bei Hephaest. 43, Nonn., also für νεβριδοχίτων. Vgl. νεβροστολίζω.

Greek (Liddell-Scott)

νεβροχίτων: [ῐ], ὁ, ἡ, ὁ ἐνδεδυμένος νεβρῖδα, Σιμμίας παρ’ Ἡφαιστ. σ. 43.

Greek Monolingual

νεβροχίτων, -ωνος, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που φορεί νεβρίδα, δέρμα νεβρού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεβρός «ελαφάκι» + χιτών (πρβλ. λινο-χίτων, προβατο-χίτων)].