πατρόπολις: Difference between revisions
From LSJ
τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts
(6_8) |
(31) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πατρόπολις''': -εως, ἡ, κωμικὴ [[ἀπομίμησις]] τοῦ [[μητρόπολις]], μητρόπολίς ἐστιν οὐχὶ [[πατρόπολις]] [[πόλις]] Ἀντιφάνης ἐν «Φιλομήτορι» 1, ἴδε Meineke. | |lstext='''πατρόπολις''': -εως, ἡ, κωμικὴ [[ἀπομίμησις]] τοῦ [[μητρόπολις]], μητρόπολίς ἐστιν οὐχὶ [[πατρόπολις]] [[πόλις]] Ἀντιφάνης ἐν «Φιλομήτορι» 1, ἴδε Meineke. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ἡ, Α<br />κωμικό [[λογοπαίγνιο]] στη λ. [[μητρόπολις]] («μητρόπολίς ἐστιν οὐχὶ [[πατρόπολις]] [[πόλις]]», Αντιφάν.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πατήρ]], <i>πατρός</i> <span style="color: red;">+</span> [[πόλις]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:04, 29 September 2017
English (LSJ)
εως, ἡ, coined by Antiph. 220 in the line μητρόπολίς ἐστιν οὐχὶ π. πόλις.
German (Pape)
[Seite 536] ἡ, Vaterstadt, Antiphan. bei Ath. III, 100 d; Hesych. erkl. ἡ πατρῴα οἰκία.
Greek (Liddell-Scott)
πατρόπολις: -εως, ἡ, κωμικὴ ἀπομίμησις τοῦ μητρόπολις, μητρόπολίς ἐστιν οὐχὶ πατρόπολις πόλις Ἀντιφάνης ἐν «Φιλομήτορι» 1, ἴδε Meineke.
Greek Monolingual
ἡ, Α
κωμικό λογοπαίγνιο στη λ. μητρόπολις («μητρόπολίς ἐστιν οὐχὶ πατρόπολις πόλις», Αντιφάν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πατήρ, πατρός + πόλις.