παλίνστρεπτος: Difference between revisions
From LSJ
Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut
(6_18) |
(30) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πᾰλίνστρεπτος''': -ον, ὁ πρὸς τὰ [[ὀπίσω]] [[ἐστραμμένος]], πρὸς τὰ [[ὀπίσω]] φέρων, [[κέλευθος]] Μάξιμ. π. καταρχ. 80, Νικ. Θηρ. 679 (διάφορ. γραφ. παλιστρ-). | |lstext='''πᾰλίνστρεπτος''': -ον, ὁ πρὸς τὰ [[ὀπίσω]] [[ἐστραμμένος]], πρὸς τὰ [[ὀπίσω]] φέρων, [[κέλευθος]] Μάξιμ. π. καταρχ. 80, Νικ. Θηρ. 679 (διάφορ. γραφ. παλιστρ-). | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[παλίνστρεπτος]] και [[παλίστρεπτος]], -ον (Α)<br />στραμμένος [[προς]] τα [[πίσω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πάλι]](<i>ν</i>) <span style="color: red;">+</span> [[στρεπτός]] (<span style="color: red;"><</span> [[στρέφω]]), <b>πρβλ.</b> <i>εύ</i>-<i>στρεπτος</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:12, 29 September 2017
English (LSJ)
ον,
A turned backward, Κριός Max.80, cf. Nic.Th.679 (v.l. παλίστρ-).
German (Pape)
[Seite 450] rückwärts gedreht, zurückgewendet, Nic. Th. 679, auch παλίστρεπτος geschrieben.
Greek (Liddell-Scott)
πᾰλίνστρεπτος: -ον, ὁ πρὸς τὰ ὀπίσω ἐστραμμένος, πρὸς τὰ ὀπίσω φέρων, κέλευθος Μάξιμ. π. καταρχ. 80, Νικ. Θηρ. 679 (διάφορ. γραφ. παλιστρ-).
Greek Monolingual
παλίνστρεπτος και παλίστρεπτος, -ον (Α)
στραμμένος προς τα πίσω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάλι(ν) + στρεπτός (< στρέφω), πρβλ. εύ-στρεπτος].