παρερμηνεύω: Difference between revisions

From LSJ

οὐ γὰρ ἂν τό γε πραχθὲν ἀγένητον θείη → since he cannot make what was done as though it had not come to pass

Source
(6_2)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παρερμηνεύω''': [[ἐσφαλμένως]], κακῶς [[ἑρμηνεύω]], τὸν ποιητὴν Στράβ. 303·-παρερμήνευμα, τό, Ἐπιφάν. τ. 1, σ. 886C: - παρερμηνευταί, οἱ, οἱ παρερμηνεύοντες, αἵρεσίς τις Χριστιανική, Ἐκκλ.
|lstext='''παρερμηνεύω''': [[ἐσφαλμένως]], κακῶς [[ἑρμηνεύω]], τὸν ποιητὴν Στράβ. 303·-παρερμήνευμα, τό, Ἐπιφάν. τ. 1, σ. 886C: - παρερμηνευταί, οἱ, οἱ παρερμηνεύοντες, αἵρεσίς τις Χριστιανική, Ἐκκλ.
}}
{{grml
|mltxt=ΝΑ<br />[[ερμηνεύω]] [[κάτι]] εσφαλμένα, [[παρανοώ]], [[παρεξηγώ]] (α. «παρερμήνευσες τα όσα [[είπα]]» β. «παρερμηνεύειν τὸν ποιητήν», <b>Στράβ.</b>).
}}
}}

Revision as of 12:14, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρερμηνεύω Medium diacritics: παρερμηνεύω Low diacritics: παρερμηνεύω Capitals: ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΥΩ
Transliteration A: parermēneúō Transliteration B: parermēneuō Transliteration C: parermineyo Beta Code: parermhneu/w

English (LSJ)

   A misinterpret, τὸν ποιητήν Str.7.3.10, cf. PGiss.40 ii 7 (iii A. D.).

German (Pape)

[Seite 518] falsch auslegen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

παρερμηνεύω: ἐσφαλμένως, κακῶς ἑρμηνεύω, τὸν ποιητὴν Στράβ. 303·-παρερμήνευμα, τό, Ἐπιφάν. τ. 1, σ. 886C: - παρερμηνευταί, οἱ, οἱ παρερμηνεύοντες, αἵρεσίς τις Χριστιανική, Ἐκκλ.

Greek Monolingual

ΝΑ
ερμηνεύω κάτι εσφαλμένα, παρανοώ, παρεξηγώ (α. «παρερμήνευσες τα όσα είπα» β. «παρερμηνεύειν τὸν ποιητήν», Στράβ.).