παρθενοκομία: Difference between revisions
From LSJ
(6_10) |
(31) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''παρθενοκομία''': ἡ, ἡ περὶ παρθένων [[φροντίς]], ἀνατροφὴ αὐτῶν, Γρηγ. Ναζ. ΙΙ, 541C, Ἀν. Ὀξ. Κραμ. τ. 2, σ. 398, 17. | |lstext='''παρθενοκομία''': ἡ, ἡ περὶ παρθένων [[φροντίς]], ἀνατροφὴ αὐτῶν, Γρηγ. Ναζ. ΙΙ, 541C, Ἀν. Ὀξ. Κραμ. τ. 2, σ. 398, 17. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ἡ, Α<br />[[παρθενοκόμος]]<br />η [[μέριμνα]] ή η [[ανατροφή]] παρθένων. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:14, 29 September 2017
German (Pape)
[Seite 521] ἡ, Pflege der Jungfrauen, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
παρθενοκομία: ἡ, ἡ περὶ παρθένων φροντίς, ἀνατροφὴ αὐτῶν, Γρηγ. Ναζ. ΙΙ, 541C, Ἀν. Ὀξ. Κραμ. τ. 2, σ. 398, 17.
Greek Monolingual
ἡ, Α
παρθενοκόμος
η μέριμνα ή η ανατροφή παρθένων.