πλαταγών: Difference between revisions
From LSJ
οἱ βάρβαροι γὰρ ἄνδρας ἡγοῦνται μόνους τοὺς πλεῖστα δυναμένους καταφαγεῖν καὶ πιεῖν → for great feeders and heavy drinkers are alone esteemed as men by the barbarians
(6_22) |
(32) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πλᾰτᾰγών''': -ῶνος, ἡ, = [[πλαταγή]], Σχόλ. εἰς Θεόκρ. 3. 29· πρβλ. [[πλαταγώνιον]]. | |lstext='''πλᾰτᾰγών''': -ῶνος, ἡ, = [[πλαταγή]], Σχόλ. εἰς Θεόκρ. 3. 29· πρβλ. [[πλαταγώνιον]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ῶνος, ἡ, Α<br />η [[πλαταγή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πλαταγή]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ων</i>, -<i>ῶνος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>καμπαγ</i>-<i>ών</i>: [[κάμπαγος]])]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:18, 29 September 2017
English (LSJ)
ῶνος, ἡ,πλαταγή, Sch.Theoc.11.57.
German (Pape)
[Seite 626] ἡ, die Klapper? auch = πλαταγώνιον, Schol. Theocr. 11, 57.
Greek (Liddell-Scott)
πλᾰτᾰγών: -ῶνος, ἡ, = πλαταγή, Σχόλ. εἰς Θεόκρ. 3. 29· πρβλ. πλαταγώνιον.
Greek Monolingual
-ῶνος, ἡ, Α
η πλαταγή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλαταγή + επίθημα -ων, -ῶνος (πρβλ. καμπαγ-ών: κάμπαγος)].