προεχής: Difference between revisions

From LSJ

Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.

Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4
(6_7)
(34)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προεχής''': -ές, = προέχων Ἱππόλ. Αἰρ. 364, 9· «[[σπουδαῖος]], κραταιὸς» Ἡσύχ.· ἰδὲ ἐν λέξ. [[προσεχής]].
|lstext='''προεχής''': -ές, = προέχων Ἱππόλ. Αἰρ. 364, 9· «[[σπουδαῖος]], κραταιὸς» Ἡσύχ.· ἰδὲ ἐν λέξ. [[προσεχής]].
}}
{{grml
|mltxt=-ές, Α<br /><b>1.</b> [[έξοχος]]<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «σπουδαῑος, [[κραταιός]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>εχής</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>ἔχω</i>), <b>πρβλ.</b> <i>προσ</i>-<i>εχής</i>].
}}
}}

Revision as of 12:21, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προεχής Medium diacritics: προεχής Low diacritics: προεχής Capitals: ΠΡΟΕΧΗΣ
Transliteration A: proechḗs Transliteration B: proechēs Transliteration C: proechis Beta Code: proexh/s

English (LSJ)

ές,

   A prominent, coming forward, in paintings, Plu.Fr.13.2 (προσ- codd.).    II = σπουδαῖος, κραταιός, Hsch.

German (Pape)

[Seite 722] ές, hervorragend, Hesych. erkl. σπουδαῖος, κραταιός.

Greek (Liddell-Scott)

προεχής: -ές, = προέχων Ἱππόλ. Αἰρ. 364, 9· «σπουδαῖος, κραταιὸς» Ἡσύχ.· ἰδὲ ἐν λέξ. προσεχής.

Greek Monolingual

-ές, Α
1. έξοχος
2. (κατά τον Ησύχ.) «σπουδαῑος, κραταιός».
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + -εχής (< ἔχω), πρβλ. προσ-εχής].