στίγων: Difference between revisions

From LSJ

μηδενί δίκην δικάσῃς πρίν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς → do not give your judgement on anything until you have heard a speech on both sides

Source
(6_22)
(38)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''στίγων''': -ωνος, ὁ, = [[στιγματίας]], Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 46, Ἡσύχ.· πρβλ. [[πέδων]].
|lstext='''στίγων''': -ωνος, ὁ, = [[στιγματίας]], Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 46, Ἡσύχ.· πρβλ. [[πέδων]].
}}
{{grml
|mltxt=-ωνος, ὁ, Α<br />[[στιγματίας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>στιγ</i>- του [[στίζω]] (<b>πρβλ.</b> <i>στίγ</i>-<i>μα</i>) <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ων</i>, -<i>ωνος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>στίλβ</i>-<i>ων</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:32, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στίγων Medium diacritics: στίγων Low diacritics: στίγων Capitals: ΣΤΙΓΩΝ
Transliteration A: stígōn Transliteration B: stigōn Transliteration C: stigon Beta Code: sti/gwn

English (LSJ)

ωνος, ὁ,=

   A στιγματίας 1.1, Ar.Fr.97.

German (Pape)

[Seite 943] ονος, ὁ, = στιγματίας; Hesych.; Poll. 3, 79.

Greek (Liddell-Scott)

στίγων: -ωνος, ὁ, = στιγματίας, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 46, Ἡσύχ.· πρβλ. πέδων.

Greek Monolingual

-ωνος, ὁ, Α
στιγματίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. στιγ- του στίζω (πρβλ. στίγ-μα) + επίθημα -ων, -ωνος (πρβλ. στίλβ-ων)].