στροπά: Difference between revisions
From LSJ
Ὑπερηφανία μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Malorum maximum hominibus superbia → Das größte Übel ist für Menschen Übermut
(6_4) |
(38) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''στροπά''': «ἀστραπή. Πάφιοι» Ἡσύχ. | |lstext='''στροπά''': «ἀστραπή. Πάφιοι» Ἡσύχ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> (στους Παφίους) η [[αστραπή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. ανάγεται στη συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] της ΙΕ ρίζας <i>ster</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[άστρο]]) με [[αντιπροσώπευση]] του φωνηεντικού -<i>r</i>- ως -<i>ρο</i>- στην Αρκαδοκυπριακή (<b>πρβλ.</b> [[στροπά]]: <i>στορπά</i>, [[βροτός]]: [[μορτός]])]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:32, 29 September 2017
English (LSJ)
ἀστραπή, Πάφιοι, Hsch.
Greek (Liddell-Scott)
στροπά: «ἀστραπή. Πάφιοι» Ἡσύχ.
Greek Monolingual
Α
(κατά τον Ησύχ.) (στους Παφίους) η αστραπή.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. ανάγεται στη συνεσταλμένη βαθμίδα της ΙΕ ρίζας ster- (βλ. λ. άστρο) με αντιπροσώπευση του φωνηεντικού -r- ως -ρο- στην Αρκαδοκυπριακή (πρβλ. στροπά: στορπά, βροτός: μορτός)].