ὑπόδυμα: Difference between revisions

From LSJ

Ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ' ἂν πάθοις βλάβην → Minus dolebis, quo hostibus credes minus → Dem Feind misstrauend bleibst von Schaden du verschont

Menander, Monostichoi, 164
(6_21)
(43)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑπόδυμα''': τό, [[ὑποδύτης]], [[φόρεμα]] ὃ ὑποδύεταί τις, Ἐπιγραφ. Ἀνδρανίας L. et. F. 326 a. -Ἐν τῷ Θησ. Στεφ. κεῖται ἡ λέξ. [[ὑπόδυμα]] μόνον ἐκ τοῦ Καιλίου Αὐρηλιανοῦ καὶ ἐν [[ὅλως]] [[ἄλλῃ]] σημασίᾳ, Συναγωγὴ Λέξ. Ἀθησ. Κουμανούδη.<br />ὑπόδῠμα: τό, = [[ὑπόζωμα]], Cael. Aurelianus Morb. chron. 1, 4, σ. 296.
|lstext='''ὑπόδυμα''': τό, [[ὑποδύτης]], [[φόρεμα]] ὃ ὑποδύεταί τις, Ἐπιγραφ. Ἀνδρανίας L. et. F. 326 a. -Ἐν τῷ Θησ. Στεφ. κεῖται ἡ λέξ. [[ὑπόδυμα]] μόνον ἐκ τοῦ Καιλίου Αὐρηλιανοῦ καὶ ἐν [[ὅλως]] [[ἄλλῃ]] σημασίᾳ, Συναγωγὴ Λέξ. Ἀθησ. Κουμανούδη.<br />ὑπόδῠμα: τό, = [[ὑπόζωμα]], Cael. Aurelianus Morb. chron. 1, 4, σ. 296.
}}
{{grml
|mltxt=-ύματος, τὸ, Α [[ὑποδύω]]<br /><b>1.</b> <b>ανατ.</b> [[διάφραγμα]], [[υπόζωμα]]<br /><b>2.</b> [[ένδυμα]], [[υποδύτης]].
}}
}}

Revision as of 12:43, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπόδυμα Medium diacritics: ὑπόδυμα Low diacritics: υπόδυμα Capitals: ΥΠΟΔΥΜΑ
Transliteration A: hypódyma Transliteration B: hypodyma Transliteration C: ypodyma Beta Code: u(po/duma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A tunic, undergarment, IG5(1).1390.19 (Andania, i B. C.): Medic., = ὑπεζωκὼς χιτών, the lining membrane of the chest (pleura), Cael.Aur.TP1.4.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπόδυμα: τό, ὑποδύτης, φόρεμα ὃ ὑποδύεταί τις, Ἐπιγραφ. Ἀνδρανίας L. et. F. 326 a. -Ἐν τῷ Θησ. Στεφ. κεῖται ἡ λέξ. ὑπόδυμα μόνον ἐκ τοῦ Καιλίου Αὐρηλιανοῦ καὶ ἐν ὅλως ἄλλῃ σημασίᾳ, Συναγωγὴ Λέξ. Ἀθησ. Κουμανούδη.
ὑπόδῠμα: τό, = ὑπόζωμα, Cael. Aurelianus Morb. chron. 1, 4, σ. 296.

Greek Monolingual

-ύματος, τὸ, Α ὑποδύω
1. ανατ. διάφραγμα, υπόζωμα
2. ένδυμα, υποδύτης.