φθερσίβροτος: Difference between revisions

From LSJ

Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος → Christ is risen from the dead, trampling down death by death, and upon those in the tombs bestowing life

Source
(6_16)
(45)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φθερσίβροτος''': -ον, = [[φθισίμβροτος]], Ἐπίγραμμ. παρὰ Παυσ. 3. 8, 9, πρβλ. Πλουτ. Λύσανδρ. 22.
|lstext='''φθερσίβροτος''': -ον, = [[φθισίμβροτος]], Ἐπίγραμμ. παρὰ Παυσ. 3. 8, 9, πρβλ. Πλουτ. Λύσανδρ. 22.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />[[φθισίμβροτος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> Σύνθ. του τύπου [[τερψίμβροτος]], <span style="color: red;"><</span> [[φθείρω]] <span style="color: red;">+</span> [[βροτός]] «[[θνητός]]» (<b>πρβλ.</b> <i>ἐγερσί</i>-<i>βροτος</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:54, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φθερσίβροτος Medium diacritics: φθερσίβροτος Low diacritics: φθερσίβροτος Capitals: ΦΘΕΡΣΙΒΡΟΤΟΣ
Transliteration A: phthersíbrotos Transliteration B: phthersibrotos Transliteration C: fthersivrotos Beta Code: fqersi/brotos

English (LSJ)

ον,

   A = φθισίμβροτος (q. v.), Epigr. in Paus. 3.8.9.

German (Pape)

[Seite 1271] oder richtiger φθερσίμβροτος, Menschen verderbend, tödtend, Epigr. bei Paus. 3, 8,5. S. φθισίμβροτος.

Greek (Liddell-Scott)

φθερσίβροτος: -ον, = φθισίμβροτος, Ἐπίγραμμ. παρὰ Παυσ. 3. 8, 9, πρβλ. Πλουτ. Λύσανδρ. 22.

Greek Monolingual

-ον, Α
φθισίμβροτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Σύνθ. του τύπου τερψίμβροτος, < φθείρω + βροτός «θνητός» (πρβλ. ἐγερσί-βροτος)].