τρεπτικός: Difference between revisions

From LSJ

ὑπὸ δὲ οἴστρου ἀεὶ ἑλκομένη ψυχή → a soul always dragged along by the fury of passion

Source
(6_10)
(41)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρεπτικός''': -ή, -όν, [[μεταβλητός]], [[εὐμετάβολος]], σώμασιν... οὐ τρεπτικοῖς, οὐδὲ ποικίλοις, οὐδὲ ἐκλελυμένοις Μάξ. Τύρ. 10. 2· ὁ Dübner [[θρυπτικός]]. 2) ὁ δυνάμενος τρέπειν, μεταβάλλειν, τρ. τῆς ὕλης Πλωτῖν. Ι, 264.
|lstext='''τρεπτικός''': -ή, -όν, [[μεταβλητός]], [[εὐμετάβολος]], σώμασιν... οὐ τρεπτικοῖς, οὐδὲ ποικίλοις, οὐδὲ ἐκλελυμένοις Μάξ. Τύρ. 10. 2· ὁ Dübner [[θρυπτικός]]. 2) ὁ δυνάμενος τρέπειν, μεταβάλλειν, τρ. τῆς ὕλης Πλωτῖν. Ι, 264.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[τρεπτός]]<br /><b>1.</b> ο [[δεκτικός]] τροπής, ο [[μεταβλητός]] («σώμασιν... οὐ τρεπτικοῑς, οὐδὲ ποικίλοις, οὐδὲ ἐκλελυμένοις», Μάξ.)<br /><b>2.</b> αυτός που μπορεί να επιφέρει [[μεταβολή]] («τρεπτικὸν τῆς ὕλης», Πλωτίν.). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>τρεπτικῶς</i> ΜΑ<br />με περίπλοκο τρόπο.
}}
}}

Revision as of 12:57, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρεπτικός Medium diacritics: τρεπτικός Low diacritics: τρεπτικός Capitals: ΤΡΕΠΤΙΚΟΣ
Transliteration A: treptikós Transliteration B: treptikos Transliteration C: treptikos Beta Code: treptiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A causing change in, δύναμις -κὴ τῆς ὕλης Plot.2.3.17; epith. of the sign Libra, Heph. Astr.1.1:—f.l. for θρεπτικός, Max.Tyr.10.2.    2 Adv. -κῶς, κινοῦσι τὴν γῆν οὐ μεταβατικῶς ἀλλὰτρεπτικῶς τροχοῦ δίκην by revolution, Placit.3.13.3.

Greek (Liddell-Scott)

τρεπτικός: -ή, -όν, μεταβλητός, εὐμετάβολος, σώμασιν... οὐ τρεπτικοῖς, οὐδὲ ποικίλοις, οὐδὲ ἐκλελυμένοις Μάξ. Τύρ. 10. 2· ὁ Dübner θρυπτικός. 2) ὁ δυνάμενος τρέπειν, μεταβάλλειν, τρ. τῆς ὕλης Πλωτῖν. Ι, 264.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α τρεπτός
1. ο δεκτικός τροπής, ο μεταβλητός («σώμασιν... οὐ τρεπτικοῑς, οὐδὲ ποικίλοις, οὐδὲ ἐκλελυμένοις», Μάξ.)
2. αυτός που μπορεί να επιφέρει μεταβολή («τρεπτικὸν τῆς ὕλης», Πλωτίν.).
επίρρ...
τρεπτικῶς ΜΑ
με περίπλοκο τρόπο.