τρίφατος: Difference between revisions
From LSJ
ἐν δὲ μηνὸς πρῶτον τύχεν ἆμαρ → it chanced to be on the first of the month, that day fell on the first of the month
(6_3) |
(42) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τρίφᾰτος''': [ῐ], ἡ, ον, ὁ τρὶς λεχθείς, τριπλοῦς, δραχμάων τρίφατον δεκάδος καταβάλλεο [[βρῖθος]], «τρίλεκτον, [[οἷον]] τριπλῆν δεκάδα, [[τουτέστι]] [[τριάκοντα]] δραχμάς» Νικ. Θηρ. 102. | |lstext='''τρίφᾰτος''': [ῐ], ἡ, ον, ὁ τρὶς λεχθείς, τριπλοῦς, δραχμάων τρίφατον δεκάδος καταβάλλεο [[βρῖθος]], «τρίλεκτον, [[οἷον]] τριπλῆν δεκάδα, [[τουτέστι]] [[τριάκοντα]] δραχμάς» Νικ. Θηρ. 102. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ον, Α<br />[[τριπλός]] («δραχμάων τρίφατον δεκάδος... βρῑθος» — [[τριάντα]] δραχμές, Νικ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[φατός]] (<span style="color: red;"><</span> [[φημί]]), <b>πρβλ.</b> <i>ἡμί</i>-<i>φατος</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:58, 29 September 2017
English (LSJ)
[ῐ], η, ον,
A thrice-told, triple, Nic.Th.102.
German (Pape)
[Seite 1149] = Vorigem, Nic. Ther. 102.
Greek (Liddell-Scott)
τρίφᾰτος: [ῐ], ἡ, ον, ὁ τρὶς λεχθείς, τριπλοῦς, δραχμάων τρίφατον δεκάδος καταβάλλεο βρῖθος, «τρίλεκτον, οἷον τριπλῆν δεκάδα, τουτέστι τριάκοντα δραχμάς» Νικ. Θηρ. 102.
Greek Monolingual
-ον, Α
τριπλός («δραχμάων τρίφατον δεκάδος... βρῑθος» — τριάντα δραχμές, Νικ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + φατός (< φημί), πρβλ. ἡμί-φατος].