ὑδρολόγιον: Difference between revisions
From LSJ
(6_22) |
(42) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑδρολόγιον''': τό, χρονόμετρον δι’ ὕδατος· ἐσχηματίσθη κατὰ τὸ [[ὡρολόγιον]], Κλεομήδ. 2. 1, Πτολεμ.· [[ὡσαύτως]] ὑδρολογεῖον, Ἀχιλλ. Τατ. Εἰσαγ. 973D. | |lstext='''ὑδρολόγιον''': τό, χρονόμετρον δι’ ὕδατος· ἐσχηματίσθη κατὰ τὸ [[ὡρολόγιον]], Κλεομήδ. 2. 1, Πτολεμ.· [[ὡσαύτως]] ὑδρολογεῖον, Ἀχιλλ. Τατ. Εἰσαγ. 973D. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=τὸ, ΜΑ, και ὑδρολογεῑον Μ<br />[[χρονόμετρο]] με [[νερό]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑδρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[λόγιον]]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:58, 29 September 2017
English (LSJ)
τό,
A water-clock, Cleom.2.1, Ptol.Tetr. 108, PLond.3.1177.245 (ii A. D.), Ach.Tat.Intr.Arat.25.6, Procl.Hyp.4.79.
German (Pape)
[Seite 1174] τό, Wasseruhr, nach ὡρολόγιον gebildet, Cleomed. 2, 1.
Greek (Liddell-Scott)
ὑδρολόγιον: τό, χρονόμετρον δι’ ὕδατος· ἐσχηματίσθη κατὰ τὸ ὡρολόγιον, Κλεομήδ. 2. 1, Πτολεμ.· ὡσαύτως ὑδρολογεῖον, Ἀχιλλ. Τατ. Εἰσαγ. 973D.
Greek Monolingual
τὸ, ΜΑ, και ὑδρολογεῑον Μ
χρονόμετρο με νερό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑδρ(ο)- + -λόγιον].