βουλευμάτιον: Difference between revisions

From LSJ
(7)
(3)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[βουλευμάτιον]], το (Α) [[βούλευμα]]<br />[[βούλευμα]].
|mltxt=[[βουλευμάτιον]], το (Α) [[βούλευμα]]<br />[[βούλευμα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''βουλευμάτιον:''' τό, υποκορ. του προηγ., σε Αριστοφ.
}}
}}

Revision as of 21:56, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βουλευμάτιον Medium diacritics: βουλευμάτιον Low diacritics: βουλευμάτιον Capitals: ΒΟΥΛΕΥΜΑΤΙΟΝ
Transliteration A: bouleumátion Transliteration B: bouleumation Transliteration C: voulevmation Beta Code: bouleuma/tion

English (LSJ)

τό, Dim. of foreg., Ar.Eq.100.

German (Pape)

[Seite 457] τό, dim. zum vor., Ar. Equ. 100.

Greek (Liddell-Scott)

βουλευμάτιον: τό, ὑποκορ. τοῦ προηγ., Ἀριστοφ. Ἱππ. 100.

Spanish (DGE)

-ου, τό dim. de βούλευμα planecito Ar.Eq.100.

Greek Monolingual

βουλευμάτιον, το (Α) βούλευμα
βούλευμα.

Greek Monotonic

βουλευμάτιον: τό, υποκορ. του προηγ., σε Αριστοφ.