μεσαμβρίη: Difference between revisions

From LSJ

Τοὺς δούλους ἔταξεν ὡρισμένου νομίσματος ὁμιλεῖν ταῖς θεραπαινίσιν → He arranged for his male slaves to have sex with female slaves at a fixed price (Plutarch, Life of Cato the Elder 21.2)

Source
(24)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μεσαμβρίη]], ἡ (Α)<br /><b>ιων. τ.</b> <b>βλ.</b> [[μεσημβρία]].
|mltxt=[[μεσαμβρίη]], ἡ (Α)<br /><b>ιων. τ.</b> <b>βλ.</b> [[μεσημβρία]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μεσαμβρίη:''' Δωρ. αντί [[μεσημβρία]].
}}
}}

Revision as of 00:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεσαμβρίη Medium diacritics: μεσαμβρίη Low diacritics: μεσαμβρίη Capitals: ΜΕΣΑΜΒΡΙΗ
Transliteration A: mesambríē Transliteration B: mesambriē Transliteration C: mesamvrii Beta Code: mesambri/h

English (LSJ)

μεσ-αμβρινός, μεσ-αμέριος, v. μεσημ-. μεσανύκτιον, v. μεσο-.

German (Pape)

[Seite 136] ἡ, ion. = μεσημβρία, Her.

Greek (Liddell-Scott)

μεσαμβρίη: μεσαμβρινός, ἴδε ἐν λ. μεσημ-.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
ion. c. μεσημβρία.

Greek Monolingual

μεσαμβρίη, ἡ (Α)
ιων. τ. βλ. μεσημβρία.

Greek Monotonic

μεσαμβρίη: Δωρ. αντί μεσημβρία.