σταχυμήτωρ: Difference between revisions

From LSJ

ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do

Source
(38)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ἡ, Α<br />(για την Ίσιδα) η [[μητέρα]] τών σταχιών, τών σιτηρών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στάχυς]] <span style="color: red;">+</span> [[μήτηρ]].
|mltxt=ἡ, Α<br />(για την Ίσιδα) η [[μητέρα]] τών σταχιών, τών σιτηρών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στάχυς]] <span style="color: red;">+</span> [[μήτηρ]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''στᾰχυμήτωρ:''' -ορος, ἡ, [[μητέρα]] σταχυών σιταριού, λέγεται για την Ίσιδα, σε Ανθ.
}}
}}

Revision as of 01:44, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στᾰχῠμήτωρ Medium diacritics: σταχυμήτωρ Low diacritics: σταχυμήτωρ Capitals: ΣΤΑΧΥΜΗΤΩΡ
Transliteration A: stachymḗtōr Transliteration B: stachymētōr Transliteration C: stachymitor Beta Code: staxumh/twr

English (LSJ)

ορος, ἡ,

   A mother of ears of corn, of Isis, APl.4.264; τύρσις, of Egypt, Sammelb.5829.7.

German (Pape)

[Seite 931] ἡ, Mutter der Aehre, Isis, Ep. ad. 271 (Plan. 264).

Greek (Liddell-Scott)

στᾰχυμήτωρ: -ορος, ἡ, μήτηρ τῶν σταχύων, τοῦ σίτου, ἐπὶ τῆς Ἴσιδος, Ἀνθ. Πλαν. 264.

French (Bailly abrégé)

ορος (ἡ) :
mère des épis.
Étymologie: στάχυς, μήτηρ.

Greek Monolingual

ἡ, Α
(για την Ίσιδα) η μητέρα τών σταχιών, τών σιτηρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στάχυς + μήτηρ.

Greek Monotonic

στᾰχυμήτωρ: -ορος, ἡ, μητέρα σταχυών σιταριού, λέγεται για την Ίσιδα, σε Ανθ.