τοξευτός: Difference between revisions
From LSJ
Δίκαιος εἶναι μᾶλλον ἢ χρηστὸς θέλε → Benignus esse quaere, sed iustus magis → Gerecht zu sein sei mehr dein Wunsch als gutgesinnt
(41) |
(6) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -όν, Α [[τοξεύω]]<br />αυτός που έχει χτυπηθεί με [[βέλος]]. | |mltxt=-ή, -όν, Α [[τοξεύω]]<br />αυτός που έχει χτυπηθεί με [[βέλος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''τοξευτός:''' -ή, -όν, χτυπημένος από [[βέλος]], σε Σοφ. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:08, 31 December 2018
English (LSJ)
ή, όν,
A struck by an arrow, ἐκ Φοίβου S.Ph. 335.
German (Pape)
[Seite 1128] mit Bogen und Pfeil geschossen, erschossen, τοξευτὸς ἐκ Φοίβου δαμείς Soph. Phil. 335.
Greek (Liddell-Scott)
τοξευτός: -ή, -όν, ὁ κτυπηθεὶς διὰ βέλους, τοξευθείς, ἐκ Φοίβου Σοφ. Φιλ. 335.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
percé d’une flèche.
Étymologie: τοξεύω.
Greek Monolingual
-ή, -όν, Α τοξεύω
αυτός που έχει χτυπηθεί με βέλος.
Greek Monotonic
τοξευτός: -ή, -όν, χτυπημένος από βέλος, σε Σοφ.