ὑποστροβέω: Difference between revisions

From LSJ
(6_3)
(6)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑποστροβέω''': [[ταράσσω]] ἐσωτερικῶς, ὑπ’ αὖ με δεινὸς ὀρθομαντείας [[πόνος]] στροβεῖ Αἰσχύλ. Ἀγ. 1215.
|lstext='''ὑποστροβέω''': [[ταράσσω]] ἐσωτερικῶς, ὑπ’ αὖ με δεινὸς ὀρθομαντείας [[πόνος]] στροβεῖ Αἰσχύλ. Ἀγ. 1215.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὑποστροβέω:''' [[ταράζω]] εσωτερικά, σε Αισχύλ.
}}
}}

Revision as of 02:20, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑποστροβέω Medium diacritics: ὑποστροβέω Low diacritics: υποστροβέω Capitals: ΥΠΟΣΤΡΟΒΕΩ
Transliteration A: hypostrobéō Transliteration B: hypostrobeō Transliteration C: ypostroveo Beta Code: u(postrobe/w

English (LSJ)

   A agitate inwardly, ὑπ' αὖ με δεινὸς ὀρθομαντείας πόνος στροβεῖ A.Ag.1215.

Greek (Liddell-Scott)

ὑποστροβέω: ταράσσω ἐσωτερικῶς, ὑπ’ αὖ με δεινὸς ὀρθομαντείας πόνος στροβεῖ Αἰσχύλ. Ἀγ. 1215.

Greek Monotonic

ὑποστροβέω: ταράζω εσωτερικά, σε Αισχύλ.