φιλοπλουτία: Difference between revisions
From LSJ
Χειμὼν κατ' οἴκους ἐστὶν ἀνδράσιν γυνή → Mulier marito saeva tempestas domi → Als ein Gewitter tobt im Haus dem Mann die Frau
(45) |
(6) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἡ, Α [[φιλόπλουτος]]<br />η [[αγάπη]] για τον πλούτο («ὅσα τοῑς ἐρῶσι χρημάτων ὑπὸ τῆς φιλοπλουτίας ἐπιφύεται [[δεινά]]», Ιωάνν. Χρυσ.). | |mltxt=ἡ, Α [[φιλόπλουτος]]<br />η [[αγάπη]] για τον πλούτο («ὅσα τοῑς ἐρῶσι χρημάτων ὑπὸ τῆς φιλοπλουτίας ἐπιφύεται [[δεινά]]», Ιωάνν. Χρυσ.). | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''φῐλοπλουτία:''' ἡ, [[αγάπη]] για τον πλούτο, σε Πλούτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:28, 31 December 2018
English (LSJ)
ἡ,
A love of riches, Hierocl.p.55 A., Plu.Lyc.30, Crass.2, etc.
German (Pape)
[Seite 1283] ἡ, Liebe zum Reichthum, Streben danach, Plut. Lyc. 30 u. öfter, u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
φῐλοπλουτία: ἡ, ἡ ἀγάπη τοῦ πλούτου, Πλουτ. Λυκοῦργ. 30, Κράσσ. 2, κλπ.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
amour des richesses.
Étymologie: φιλόπλουτος.
Greek Monolingual
ἡ, Α φιλόπλουτος
η αγάπη για τον πλούτο («ὅσα τοῑς ἐρῶσι χρημάτων ὑπὸ τῆς φιλοπλουτίας ἐπιφύεται δεινά», Ιωάνν. Χρυσ.).
Greek Monotonic
φῐλοπλουτία: ἡ, αγάπη για τον πλούτο, σε Πλούτ.