παλιντυχής: Difference between revisions
From LSJ
Εἰ μὴ φυλάσσεις μίκρ', ἀπολεῖς τὰ μείζονα → Maiora perdes, minima ni servaveris → Wer Kleines nicht erhält, verliert das Größre auch
(5) |
(3b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πᾰλιντῠχής:''' -ές ([[τύχη]]), αυτός που έχει αντίθετη [[τύχη]], σε Αισχύλ. | |lsmtext='''πᾰλιντῠχής:''' -ές ([[τύχη]]), αυτός που έχει αντίθετη [[τύχη]], σε Αισχύλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πᾰλιντῠχής:''' полный превратностей, несчастный (τριβὰ βίου Aesch.). | |||
}} | }} |
Revision as of 06:04, 31 December 2018
English (LSJ)
ές,
A with a reverse of fortune, τριβὰ βίου A.Ag.464 (lyr.).
Greek (Liddell-Scott)
πᾰλιντῠχής: -ές, ἔχων ἐναντίαν τὴν τύχην, δυστυχής, Αἰσχύλ. Ἀγ. 464.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
dont la fortune a subi des vicissitudes, infortuné.
Étymologie: πάλιν, τύχη.
Greek Monolingual
παλιντυχής, -ές (Α)
αυτός που έχει κακή τύχη, δυστυχής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + -τυχής (< τύχη), πρβλ. ευ-τυχής].
Greek Monotonic
πᾰλιντῠχής: -ές (τύχη), αυτός που έχει αντίθετη τύχη, σε Αισχύλ.
Russian (Dvoretsky)
πᾰλιντῠχής: полный превратностей, несчастный (τριβὰ βίου Aesch.).