κοσμόπολις: Difference between revisions

From LSJ

μὴ κακὸν εὖ ἔρξῃς· σπείρειν ἴσον ἔστ' ἐνὶ πόντῳ → do no good to a bad man; it is like sowing in the sea

Source
(21)
(3)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κοσμόπολις]], -όλιδος, ὁ (Α)<br />[[ονομασία]] αρχόντων σε διάφορα μέρη της Ελλάδας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κοσμ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[πόλις]], -<i>ιδος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πόλις]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>δικαιό</i>-<i>πολις</i>, <i>ερημό</i>-<i>πολις</i>].
|mltxt=[[κοσμόπολις]], -όλιδος, ὁ (Α)<br />[[ονομασία]] αρχόντων σε διάφορα μέρη της Ελλάδας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κοσμ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[πόλις]], -<i>ιδος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πόλις]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>δικαιό</i>-<i>πολις</i>, <i>ερημό</i>-<i>πολις</i>].
}}
{{elru
|elrutext='''κοσμόπολις:''' εως ὁ (acc. κοσμόπολιν) правитель города (носитель высшей власти у локрийцев) Polyb.
}}
}}

Revision as of 08:00, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κοσμόπολις Medium diacritics: κοσμόπολις Low diacritics: κοσμόπολις Capitals: ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΣ
Transliteration A: kosmópolis Transliteration B: kosmopolis Transliteration C: kosmopolis Beta Code: kosmo/polis

English (LSJ)

ὁ, a magistrate among the Locrians, Plb.12.16.6 (dat. -πόλιδι), and 9 (acc. -πολιν); at Thasos, IG12(8).386,459; at Lyttus in Crete, CIG2583; at Cibyra, IGRom.4.908; at Miletus, title of the ἀρχιπρύτανις, Milet.1(7).230,231.

Greek (Liddell-Scott)

κοσμόπολις: ὁ, ἄρχων τις παρὰ τοῖς Λοκροῖς, Πολύβ. 12. 16, 9· ἐν Θάσῳ, Συλλ. Ἐπιγρ. 2163 (προσθῆκ.)· ἐν Λύκτῳ ἢ Λύττῳ τῆς Κρήτης 2583· ἐν Κιβύρᾳ, 4380b· πρβλ. κόσμος ΙΙΙ.

Greek Monolingual

κοσμόπολις, -όλιδος, ὁ (Α)
ονομασία αρχόντων σε διάφορα μέρη της Ελλάδας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοσμ(ο)- + -πόλις, -ιδος (< πόλις), πρβλ. δικαιό-πολις, ερημό-πολις].

Russian (Dvoretsky)

κοσμόπολις: εως ὁ (acc. κοσμόπολιν) правитель города (носитель высшей власти у локрийцев) Polyb.