βολίταινα: Difference between revisions

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
(7)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[βολίταινα]], η (Α) [[βόλιτον]], -<i>ος</i>]<br />[[είδος]] μικρού πολύποδα με δυνατή [[οσμή]], όζαινα, βρομοχτάποδο.
|mltxt=[[βολίταινα]], η (Α) [[βόλιτον]], -<i>ος</i>]<br />[[είδος]] μικρού πολύποδα με δυνατή [[οσμή]], όζαινα, βρομοχτάποδο.
}}
{{elru
|elrutext='''βολίταινα:''' ἡ болитена (вид морского моллюска) Arst.
}}
}}

Revision as of 08:20, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βολίταινα Medium diacritics: βολίταινα Low diacritics: βολίταινα Capitals: ΒΟΛΙΤΑΙΝΑ
Transliteration A: bolítaina Transliteration B: bolitaina Transliteration C: volitaina Beta Code: boli/taina

English (LSJ)

[ῐ], ἡ,

   A = βολβίδιον, Arist.HA525a19, 621b17; cf. ὄζολις.

German (Pape)

[Seite 452] ἡ, = βολβοτίνη, Arist. H. A. 4, 1.

Greek (Liddell-Scott)

βολίταινα: ἡ, = βολβίδιον, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 4. 1, 27., 9. 37, 16.

Spanish (DGE)

-ης, ἡ
ict., cefalópodo de pequeño tamaño, prob. una especie de jibia Arist.HA 525a19, 621b17, cf. ὄζολις, βολβίδιον.

Greek Monolingual

βολίταινα, η (Α) βόλιτον, -ος]
είδος μικρού πολύποδα με δυνατή οσμή, όζαινα, βρομοχτάποδο.

Russian (Dvoretsky)

βολίταινα: ἡ болитена (вид морского моллюска) Arst.