διακοντίζομαι: Difference between revisions

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
(3)
(nl)
Line 15: Line 15:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''διᾰκοντίζομαι:''' Μέσ., [[διαγωνίζομαι]] με άλλους στη [[ρίψη]] ακοντίου, [[διαγωνίζομαι]] στον ακοντισμό, σε Ξεν.
|lsmtext='''διᾰκοντίζομαι:''' Μέσ., [[διαγωνίζομαι]] με άλλους στη [[ρίψη]] ακοντίου, [[διαγωνίζομαι]] στον ακοντισμό, σε Ξεν.
}}
{{elnl
|elnltext=διακοντίζομαι [διά, ἀκοντίζω] wedijveren in speerwerpen.
}}
}}

Revision as of 11:12, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διᾰκοντίζομαι Medium diacritics: διακοντίζομαι Low diacritics: διακοντίζομαι Capitals: ΔΙΑΚΟΝΤΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: diakontízomai Transliteration B: diakontizomai Transliteration C: diakontizomai Beta Code: diakonti/zomai

English (LSJ)

Att. fut. -ιοῦμαι,

   A contend with others at throwing the javelin, X.Cyr.1.4.4; τινί Thphr.Char.27.13; simply, hurl darts, J.BJ4.3.12, 5.7.3.

French (Bailly abrégé)

1 s’exercer à la lutte au javelot;
2 combattre avec le javelot.
Étymologie: διά, ἀκοντίζω.

Greek Monotonic

διᾰκοντίζομαι: Μέσ., διαγωνίζομαι με άλλους στη ρίψη ακοντίου, διαγωνίζομαι στον ακοντισμό, σε Ξεν.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διακοντίζομαι [διά, ἀκοντίζω] wedijveren in speerwerpen.