διακοντίζομαι
ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν → Tragedy is, then, a representation of an action that is heroic and complete and of a certain magnitude—by means of language enriched with all kinds of ornament, each used separately in the different parts of the play: it represents men in action and does not use narrative, and through pity and fear it effects relief to these and similar emotions.
English (LSJ)
Att. fut. -ιοῦμαι, contend with others at throwing the javelin, X.Cyr.1.4.4; τινί Thphr. Char.27.13; simply, hurl darts, J.BJ4.3.12, 5.7.3.
French (Bailly abrégé)
1 s'exercer à la lutte au javelot;
2 combattre avec le javelot.
Étymologie: διά, ἀκοντίζω.
Greek Monotonic
διᾰκοντίζομαι: Μέσ., διαγωνίζομαι με άλλους στη ρίψη ακοντίου, διαγωνίζομαι στον ακοντισμό, σε Ξεν.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
διακοντίζομαι [διά, ἀκοντίζω] wedijveren in speerwerpen.
Russian (Dvoretsky)
διᾰκοντίζομαι: состязаться в метании копий Xen.