ἀργικός: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἔθνος τὸ ἐπὶ τῆς γῆς λιθοβολήσουσιν αὐτὸν ἐν λίθοις → the people of the land shall stone them to death

Source
(6)
(1b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀργικός]], -ή, -όν (Α)<br />[[αργός]] (II), [[οκνηρός]].
|mltxt=[[ἀργικός]], -ή, -όν (Α)<br />[[αργός]] (II), [[οκνηρός]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀργικός:''' (Eur., v. l. к [[μαντικός]]) = [[ἀργός]] III, 2.
}}
}}

Revision as of 11:48, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀργικός Medium diacritics: ἀργικός Low diacritics: αργικός Capitals: ΑΡΓΙΚΟΣ
Transliteration A: argikós Transliteration B: argikos Transliteration C: argikos Beta Code: a)rgiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A = ἀργός (B), θάκοις ἀ. καθήμενοι E.Fr.795 codd. Stob.

Greek (Liddell-Scott)

ἀργικός: -ή, -όν, = ἀργός, ὀκνηρός, νωθρός, ἀργικοῖς Εὐρ. Ἀποσπ. 793 (κατὰ Ναύκ. μαντικοῖς).

Spanish (DGE)

(ἀργῐκός) -ή, -όν blanco θάκοις ἀργικοῖς ἐνήμενοι E.Fr.795 (cód.).

Greek Monolingual

ἀργικός, -ή, -όν (Α)
αργός (II), οκνηρός.

Russian (Dvoretsky)

ἀργικός: (Eur., v. l. к μαντικός) = ἀργός III, 2.