κισσοστεφής: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)

Source
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κισσοστεφής:''' -ές ([[στέφω]]), = το προηγ., σε Ανακρεόν.
|lsmtext='''κισσοστεφής:''' -ές ([[στέφω]]), = το προηγ., σε Ανακρεόν.
}}
{{elru
|elrutext='''κισσοστεφής:''' Anacr. = [[κισσοστέφανος]].
}}
}}

Revision as of 11:56, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κισσοστεφής Medium diacritics: κισσοστεφής Low diacritics: κισσοστεφής Capitals: ΚΙΣΣΟΣΤΕΦΗΣ
Transliteration A: kissostephḗs Transliteration B: kissostephēs Transliteration C: kissostefis Beta Code: kissostefh/s

English (LSJ)

ές, = foreg., Anacreont.46.5: κιττ-, Alciphr.3.48.

German (Pape)

[Seite 1443] ές, mit Epheu gekränzt; Anacr. 46, 5; Alciphr. 3, 48.

Greek (Liddell-Scott)

κισσοστεφής: -ές, = τῷ προηγ., Ἀνακρ. 49. 5· κιττ-, Ἀλκίφρ. 3. 48.

Greek Monolingual

-ές (Α κισσοστεφής και κιττοστεφής, -ές)
στεφανωμένος με κισσό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κισσός + -στεφής (< στέφος), πρβλ. πυρι-στεφής, ροδο-στεφής].

Greek Monotonic

κισσοστεφής: -ές (στέφω), = το προηγ., σε Ανακρεόν.

Russian (Dvoretsky)

κισσοστεφής: Anacr. = κισσοστέφανος.