Ἀδώνια: Difference between revisions
Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιον ἡ ὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking
(2) |
(1) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Ἀδώνια:''' τά, ο [[θρήνος]] για τον Άδωνι που τελούνταν ετησίως από Ελληνίδες έγγαμες ηλικιωμένες γυναίκες· απ' όπου <i>Ἀδωνιάζουσαι</i>, <i>αἱ</i> (όπως αν προερχόταν από το [[Ἀδωνιάζω]]· [[εορτάζω]], [[τελώ]] τα Αδώνια), [[επιγραφή]] του 15ου ειδυλλίου του Θεόκρ. | |lsmtext='''Ἀδώνια:''' τά, ο [[θρήνος]] για τον Άδωνι που τελούνταν ετησίως από Ελληνίδες έγγαμες ηλικιωμένες γυναίκες· απ' όπου <i>Ἀδωνιάζουσαι</i>, <i>αἱ</i> (όπως αν προερχόταν από το [[Ἀδωνιάζω]]· [[εορτάζω]], [[τελώ]] τα Αδώνια), [[επιγραφή]] του 15ου ειδυλλίου του Θεόκρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''Ἀδώνια:''' τά (sc. [[ἱερά]]) адонии, поминки по Адонису Arph. | |||
}} | }} |
Revision as of 15:28, 31 December 2018
Greek (Liddell-Scott)
Ἀδώνια: τά, ὁ θρῆνος ὁ διὰ τὸν Ἄδωνιν τελούμενος κατ’ ἐνιαυτὸν ὑπὸ τῶν Ἑλληνίδων δεσποινῶν, Κρατῖν. ἐν «Βουκόλοις» 2, πρβλ. Ἄδωνις: - Ἐντεῦθεν Ἀδωνιάζουσαι (ὡς εἰ ἐκ ῥήματος Ἀδωνιάζω = ἑορτάζω, τελῶ τὰ Ἀδώνια)· ἐπιγραφὴ τοῦ 15ου εἰδυλλ. τοῦ Θεοκρίτου.
Greek Monotonic
Ἀδώνια: τά, ο θρήνος για τον Άδωνι που τελούνταν ετησίως από Ελληνίδες έγγαμες ηλικιωμένες γυναίκες· απ' όπου Ἀδωνιάζουσαι, αἱ (όπως αν προερχόταν από το Ἀδωνιάζω· εορτάζω, τελώ τα Αδώνια), επιγραφή του 15ου ειδυλλίου του Θεόκρ.
Russian (Dvoretsky)
Ἀδώνια: τά (sc. ἱερά) адонии, поминки по Адонису Arph.