διαγώγιον: Difference between revisions
From LSJ
Ἡ γλῶσσ' ἁμαρτάνουσα τἀληθῆ λέγει → Inesse linquae veritas lapsae solet → Die Zunge, wenn sie in die Irre geht, spricht wahr
(9) |
(1b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[διαγώγιον]], το (Α)<br />όρος που χρησιμοποιήθηκε από τους αρχαίους για τον χαρακτηρισμό τών διοδίων που έπρεπε να καταβάλλουν στην [[πόλη]] του Βυζαντίου τα πλοία που διέρχονταν τον Βόσπορο. | |mltxt=[[διαγώγιον]], το (Α)<br />όρος που χρησιμοποιήθηκε από τους αρχαίους για τον χαρακτηρισμό τών διοδίων που έπρεπε να καταβάλλουν στην [[πόλη]] του Βυζαντίου τα πλοία που διέρχονταν τον Βόσπορο. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''διαγώγιον:''' τό пошлина за проезд или провоз, дорожный сбор Polyb. | |||
}} | }} |
Revision as of 18:24, 31 December 2018
English (LSJ)
τό,
A transit-duty, toll, Plb.4.52.5.
German (Pape)
[Seite 575] τό, Durchgangszoll, Pol. 4, 52.
Greek (Liddell-Scott)
διᾰγώγιον: τό, ὁ πρὸς διάβασιν φόρος, Πολύβ. 4. 52, 5· ἴδε παραγώγιον.
Spanish (DGE)
-ου, τό
1 derecho de peaje μηδένα πράττειν τὸ διαγώγιον τῶν εἰς τὸν Πόντον πλεόντων no exigirán a nadie derecho de peaje sobre las naves que se dirijan al Ponto Plb.4.52.5.
2 lugar de descanso, An.Par.2.166.
Greek Monolingual
διαγώγιον, το (Α)
όρος που χρησιμοποιήθηκε από τους αρχαίους για τον χαρακτηρισμό τών διοδίων που έπρεπε να καταβάλλουν στην πόλη του Βυζαντίου τα πλοία που διέρχονταν τον Βόσπορο.
Russian (Dvoretsky)
διαγώγιον: τό пошлина за проезд или провоз, дорожный сбор Polyb.