ᾗσι: Difference between revisions

From LSJ

Πάντα ταῦτα ἐπείρασα ἐν τῇ σοφίᾳ: εἶπα Σοφισθήσομαι, καὶ αὐτὴ ἐμακρύνθη ἀπ' ἐμοῦ· κτλ. (Εcclesiastes 7:23f., LXX version) → I tried to give proof in wisdom of all those things; I said, I will be wise, but that wisdom was far from me ...

Source
(4)
(2b)
 
Line 4: Line 4:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ᾗσι:''' Επικ. αντί <i>ᾗ</i>, γʹ ενικ. υποτακτ. αορ. βʹ του [[ἵημι]].
|lsmtext='''ᾗσι:''' Επικ. αντί <i>ᾗ</i>, γʹ ενικ. υποτακτ. αορ. βʹ του [[ἵημι]].
}}
{{elru
|elrutext='''ᾗσι:''' dat. pl. к ἥ (f к ὅς).
}}
}}

Latest revision as of 21:36, 31 December 2018

French (Bailly abrégé)

3ᵉ sg. sbj. ao.2 épq. de ἵημι;
dat. pl. fém. ion. de ὅς.

Greek Monotonic

ᾗσι: Επικ. αντί , γʹ ενικ. υποτακτ. αορ. βʹ του ἵημι.

Russian (Dvoretsky)

ᾗσι: dat. pl. к ἥ (f к ὅς).