οἰωνισμός: Difference between revisions
From LSJ
ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν στῆθι καὶ ἄμπνυε → but you, stop now and catch your breath | but do thou now stand, and get thy breath
(5) |
(3b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''οἰωνισμός:''' ὁ, = το προηγ., σε Πλούτ. | |lsmtext='''οἰωνισμός:''' ὁ, = το προηγ., σε Πλούτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''οἰωνισμός:''' ὁ прорицание по полету или крику вещих птиц, птицегадание, предсказывание будущего Plut. | |||
}} | }} |
Revision as of 00:52, 1 January 2019
English (LSJ)
ὁ, = foreg., LXXGe.44.5, al., Plu. Num.14.
Greek (Liddell-Scott)
οἰωνισμός: ὁ, = τῷ προηγ., Πλουτ. Νουμ. 14.
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ) :
action de tirer des présages du vol ou du cri des oiseaux, présage.
Étymologie: οἰωνίζομαι.
Greek Monolingual
ο (Α οἰωνισμός) οιωνίζομαι
παρατήρηση της κραυγής και του τρόπου πτήσης τών πτηνών για την πρόβλεψη του μέλλοντος.
Greek Monotonic
οἰωνισμός: ὁ, = το προηγ., σε Πλούτ.
Russian (Dvoretsky)
οἰωνισμός: ὁ прорицание по полету или крику вещих птиц, птицегадание, предсказывание будущего Plut.