ὁμόρησις: Difference between revisions

From LSJ

Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος → Christ is risen from the dead, trampling down death by death, and upon those in the tombs bestowing life

Source
(28)
(3b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὁμόρησις]] και ὁμορ(ρ)όησις και, δ. γρφ., ὁμόρωσις και αττ. τ. [[ὁμήρησις]] και ιων. τ. [[ὁμούρησις]] (Α) [[ομορέω]]<br /><b>1.</b> [[γειτνίαση]], [[γειτονία]]<br /><b>2.</b> <b>αστρολ.</b> [[γειτνίαση]] τών πλανητών.
|mltxt=[[ὁμόρησις]] και ὁμορ(ρ)όησις και, δ. γρφ., ὁμόρωσις και αττ. τ. [[ὁμήρησις]] και ιων. τ. [[ὁμούρησις]] (Α) [[ομορέω]]<br /><b>1.</b> [[γειτνίαση]], [[γειτονία]]<br /><b>2.</b> <b>αστρολ.</b> [[γειτνίαση]] τών πλανητών.
}}
{{elru
|elrutext='''ὁμόρησις:''' ион. [[ὁμούρησις]], εως ἡ сопредельность, соседство Diog. L.
}}
}}

Revision as of 00:56, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὁμόρησις Medium diacritics: ὁμόρησις Low diacritics: ομόρησις Capitals: ΟΜΟΡΗΣΙΣ
Transliteration A: homórēsis Transliteration B: homorēsis Transliteration C: omorisis Beta Code: o(mo/rhsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A neighbourhood, juxtaposition, in Ion. form ὁμούρησις, Epicur. Ep.Ip.20 U., Nat.22 G.: Astrol. (written ὁμορ (ρ) όησις, v.l. -ωσις), of planets, prob. in Antioch.Astr. in Cat.Cod.Astr.1.159, 8(3).107, 114, Porph.in Ptol.189.

German (Pape)

[Seite 339] ἡ, das Angränzen, wie ὁμούρησις.

Greek (Liddell-Scott)

ὁμόρησις: Ἰων. ὁμούρησις, ἡ, γειτνίασις, γειτονία, Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 61.

Greek Monolingual

ὁμόρησις και ὁμορ(ρ)όησις και, δ. γρφ., ὁμόρωσις και αττ. τ. ὁμήρησις και ιων. τ. ὁμούρησις (Α) ομορέω
1. γειτνίαση, γειτονία
2. αστρολ. γειτνίαση τών πλανητών.

Russian (Dvoretsky)

ὁμόρησις: ион. ὁμούρησις, εως ἡ сопредельность, соседство Diog. L.