περιστάθη: Difference between revisions
From LSJ
ἐν πίθῳ ἡ κεραμεία γιγνομένη → trying to run before you can walk, the potter's art starting on a big jar
(6) |
(3b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''περιστάθη:''' Επικ. γʹ ενικ. Παθ. αορ. αʹ του [[περιίστημι]]. | |lsmtext='''περιστάθη:''' Επικ. γʹ ενικ. Παθ. αορ. αʹ του [[περιίστημι]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''περιστάθη:''' эп. 3 л. sing. aor. pass. к [[περιΐστημι]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:12, 1 January 2019
English (LSJ)
A v. περιίστημι.
Greek (Liddell-Scott)
περιστάθη: ἴδε περιίστημι.
French (Bailly abrégé)
3ᵉ sg. ao. Pass. poét. de περιΐστημι.
English (Autenrieth)
see περιίστημι.
Greek Monotonic
περιστάθη: Επικ. γʹ ενικ. Παθ. αορ. αʹ του περιίστημι.
Russian (Dvoretsky)
περιστάθη: эп. 3 л. sing. aor. pass. к περιΐστημι.