τέτραφα: Difference between revisions

From LSJ

Τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις ἐπ' ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων οἳ παραδόξως ἀλαζονεύονται, μηδὲ τὰ κοινὰ τοῖς ἀνθρώποις ἐπιτελεῖν δυνάμενοι → One would use this fable for those who give themselves unreasonable airs, but can't handle everyday life (Aesop 40)

Source
(6)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τέτρᾰφα:''' παρακ. και του [[τρέπω]] και του [[τρέφω]].
|lsmtext='''τέτρᾰφα:''' παρακ. και του [[τρέπω]] και του [[τρέφω]].
}}
{{elru
|elrutext='''τέτρᾰφα:''' <b class="num">I</b> pf. к [[τρέπω]].<br /><b class="num">II</b> pf. к [[τρέφω]].
}}
}}

Revision as of 04:40, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τέτρᾰφα Medium diacritics: τέτραφα Low diacritics: τέτραφα Capitals: ΤΕΤΡΑΦΑ
Transliteration A: tétrapha Transliteration B: tetrapha Transliteration C: tetrafa Beta Code: te/trafa

English (LSJ)

   A v. τρέπω and τρέφω.

Greek (Liddell-Scott)

τέτρᾰφα: ἴδε ἐν λ. τρέπω καὶ τρέφω.

French (Bailly abrégé)

pf. de τρέγω;
pf. de τρέπω.

Greek Monotonic

τέτρᾰφα: παρακ. και του τρέπω και του τρέφω.

Russian (Dvoretsky)

τέτρᾰφα: I pf. к τρέπω.
II pf. к τρέφω.