φιλόμβριος: Difference between revisions

From LSJ

ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶνforgive us our trespasses

Source
(45)
(4b)
Line 7: Line 7:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α [[φίλομβρος]]<br />(για ζώο) αυτός που του αρέσει η [[βροχή]].
|mltxt=-ον, Α [[φίλομβρος]]<br />(για ζώο) αυτός που του αρέσει η [[βροχή]].
}}
{{elru
|elrutext='''φιλόμβριος:''' и [[φίλομβρος]] 2 любящий дождь или сырость ([[βάτραχος]], [[νάρκισσος]] Anth.).
}}
}}

Revision as of 05:40, 1 January 2019

German (Pape)

[Seite 1282] = Folgdem, vom Frosche, Plat. 8 (VI, 43).

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui aime la pluie en parl. de plantes.
Étymologie: φίλος, ὄμβρος.

Greek Monolingual

-ον, Α φίλομβρος
(για ζώο) αυτός που του αρέσει η βροχή.

Russian (Dvoretsky)

φιλόμβριος: и φίλομβρος 2 любящий дождь или сырость (βάτραχος, νάρκισσος Anth.).