κατανοητέον: Difference between revisions
From LSJ
ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι → it's better for a stranger to keep silence than to shout (Menander)
(6_20) |
(nl) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατανοητέον''': ῥημ. ἐπίθ., πρέπει νὰ μάθῃ τις, νὰ παρατηρήσῃ, Πλάτ. Πολιτ. 305C. | |lstext='''κατανοητέον''': ῥημ. ἐπίθ., πρέπει νὰ μάθῃ τις, νὰ παρατηρήσῃ, Πλάτ. Πολιτ. 305C. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=κατανοητέον, adj. verb. van κατανοέω, men moet beseffen. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:12, 1 January 2019
English (LSJ)
A one must observe, learn, Pl.Plt.305c, Porph.Marc.27; one must consider, πάλιν περί τινος Ph.1.83.
Greek (Liddell-Scott)
κατανοητέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει νὰ μάθῃ τις, νὰ παρατηρήσῃ, Πλάτ. Πολιτ. 305C.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κατανοητέον, adj. verb. van κατανοέω, men moet beseffen.